Dura lex sed lex

Στο πλαίσιο των σπουδών μετάφρασης αλλά και της μετέπειτα επαγγελματικής εξειδίκευσης, τείνουμε να διαχωρίζουμε τα διαφορετικά κείμενα ως προς το περιεχόμενό τους. Οι βασικές, πολύ γενικές κατηγορίες περιλαμβάνουν τα νομικά, τα οικονομικά, τα τεχνικά και τα λογοτεχνικά κείμενα, δεδομένου ότι καθεμιά από αυτές τις κατηγορίες παρουσιάζει συγκεκριμένα επιμέρους χαρακτηριστικά ως προς την ειδική γλώσσα και το αντίστοιχο πλαίσιο εντός του οποίου ενεργοποιούνται. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η παραπάνω διάκριση βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια και παραδοχές και θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί αντίστοιχα αν αυτά αλλάξουν. 

Όποια επιμέρους διάκριση κι αν ακολουθήσουμε ωστόσο το μόνο σίγουρο είναι ότι θα περιλαμβάνει ως χωριστή κατηγορία τα νομικά κείμενα! Είτε πρόκειται για νομοθετικά κείμενα, είτε για δικόγραφα, είτε για κείμενα νομικών που επεξηγούν έννοιες και ιδιαιτερότητες επιμέρους νομικών συστημάτων, παρουσιάζουν σαφή γλωσσικά και υφολογικά στοιχεία που επιτρέπουν ακόμη και σε μη ειδικούς να αντιληφθούν τον ξεχωριστό χαρακτήρα τους. 

Τα χαρακτηριστικά αυτά, πέρα από τη χρήση συγκεκριμένου λεξιλογίου και ορολογίας που άπτονται φυσικά της νομικής επιστήμης, περιλαμβάνουν επίσης:

  • τον μακροπερίοδο λόγο,
  • παρατακτική σύνδεση προτάσεων, 
  • σεβαστό αριθμό δευτερευουσών προτάσεων που λειτουργούν παρενθετικά ή επεξηγηματικά, 
  • εκτεταμένη χρήση λεξιλογίου και δομών της καθαρεύουσας, αλλά και
  • χρήση λατινικών στερεότυπων φράσεων. 

Πέραν αυτού, και σε επίπεδο μετάφρασης πλέον, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και το ίδιο το πλαίσιο, δηλαδή το ελληνικό νομικό σύστημα και τα όσα αυτό προβλέπει. Δεδομένου για παράδειγμα του ότι ανήκει στο λεγόμενο ηπειρωτικό δίκαιο παρουσιάζει σαφείς διαφορές σε σχέση με το αγγλοσαξονικό δίκαιο (case law) το οποίο βασίζεται περισσότερο στη νομολογία των δικαστηρίων. Περαιτέρω, δεδομένου ότι η Ελλάδα ανήκει ήδη εδώ και αρκετές δεκαετίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία παράγει δίκαιο που βάσει του ελληνικού Συντάγματος έχει αυξημένη νομική ισχύ, η ελληνική νομική πραγματικότητα, λεκτικά και ουσιαστικά, έχει σαφώς επηρεαστεί και από αυτήν την παράμετρο. Μάλιστα είναι χαρακτηριστική και η επιρροή του λεγόμενου “κοινοτικού ιδιώματος”, δηλαδή του τρόπου γραφής και εκφοράς του λόγου που τείνει να υιοθετείται από τους ενωσιακούς θεσμούς και στη συνέχεια μεταφράζεται στις επιμέρους επίσημες γλώσσες. 

Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν πραγματικότητες, έννομες σχέσεις και συνέπειες αυτών που μπορεί υφίστανται στο ένα νομικό πλαίσιο αλλά όχι στο άλλο, ή ακόμη και να υφίστανται με τρόπο οριακά διαφοροποιημένο ή παραπλήσιο, κάτι το οποίο εξακολουθεί να απαιτεί περαιτέρω διευκρινίσεις. Παρόλα αυτά, δεδομένου ότι υπάρχουν αντιστοιχίες τόσο σε νομικό όσο και σε γλωσσικό επίπεδο, η νομική μετάφραση είναι εφικτή καθώς για τη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία είναι και πρακτικά απαραίτητη. Περαιτέρω, χάρη σε αυτήν την τελευταία πτυχή, παρατηρείται και μια σχετική προσέγγιση των νομικών συστημάτων, δεδομένων των αυξανόμενων επιχειρηματικών κυρίως συνεργιών και συνεργασιών, σε διεθνές επίπεδο. 

Σε κάθε περίπτωση, η νομική μετάφραση, όπως ακριβώς κάθε επιμέρους κατηγορία ειδικής μετάφρασης, παρουσιάζει συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες, τις οποίες ο επαγγελματίας μεταφραστής είναι σε θέση να εντοπίσει, να αναγνωρίσει και να χειριστεί ανάλογα. Από τη νομική γλώσσα, συχνά αναφερόμενη και ως legalese, έως τις νομοθετικές λεπτομέρειες και αποχρώσεις αυτών, ένας ειδικευμένος μεταφραστής μπορεί να σας εξασφαλίσει ότι ακόμη και οι πιο αυστηρές και ιδιαίτερες νομικές λεπτομέρειες μπορούν να μεταφερθούν από τη μια γλώσσα στην άλλη με ακρίβεια και αξιοπιστία.

Οι νομικές μεταφράσεις ανήκουν στον τομέα εξειδίκευσής μου. Μπορείτε να μου στείλετε το αίτημά σας και θα λάβετε το συντομότερο τη σχετική προσφορά για τη μετάφραση των νομικών σας εγγράφων!